Lubrifiant στα ελληνικά

Μετάφραση: lubrifiant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γράσο, λιπαντικό, λιπαντική ουσία, λιπαντικού, λιπαντικών, λιπαντικά
Lubrifiant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • canonnier στα ελληνικά - πυροβολητής, οπλίτης, πολυβολητή, πυροβολητή, οπλίτη
  • clownesque στα ελληνικά - κλόουν, γελοίος, αγροίκος, αδέξιος
  • commencés στα ελληνικά - ξεκίνησε, άρχισε, που ξεκίνησε, άρχισαν, άρχισε να
  • communauté στα ελληνικά - κοινοπολιτεία, κοινόβιο, κοινότητα, κοινωνία, ομόνοια, ενότητα, αρμονία, ...
Τυχαίες λέξεις
Lubrifiant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γράσο, λιπαντικό, λιπαντική ουσία, λιπαντικού, λιπαντικών, λιπαντικά