Mazout στα ελληνικά

Μετάφραση: mazout, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καύσιμο, τροφοδοτώ, καύσιμα, μαζούτ, πετρελαίου, πετρέλαιο, καυσίμων, καυσίμου πετρελαίου
Mazout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • automatisez στα ελληνικά - αυτοματοποιώ, Αυτοματοποιήστε, Αυτοματοποίηση, Αυτοματοποιήστε τις, Αυτοματοποιήστε την, Αυτοματοποίηση των
  • biseauter στα ελληνικά - κόψιμο, κοπή, κόβω, λοξή γωνία, λοξεύω, λοξότμηση, λοξοτμήσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Mazout στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καύσιμο, τροφοδοτώ, καύσιμα, μαζούτ, πετρελαίου, πετρέλαιο, καυσίμων, καυσίμου πετρελαίου