Modération στα ελληνικά
Μετάφραση: modération, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετριοπάθεια, αναγωγή, εγκράτεια, μείωση, ελάττωση, φραγμός, περιστολή, συγκράτηση, συγκράτηση των, μετριοπάθειας, συγκράτησης των
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aheurtons στα ελληνικά - επιμένω
- anarchiste στα ελληνικά - αναρχικός, αναρχική, αναρχικό, αναρχικών, αναρχικού
- apostat στα ελληνικά - αποστάτης, αποστάτη, αποστάτιδα, αποστατική, apostate
- avilissement στα ελληνικά - διασυρμός, εξευτελισμός, ταπείνωση, υποβάθμιση, η υποβάθμιση, υποβάθμισης, αποικοδόμηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Modération στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετριοπάθεια, αναγωγή, εγκράτεια, μείωση, ελάττωση, φραγμός, περιστολή, συγκράτηση, συγκράτηση των, μετριοπάθειας, συγκράτησης των
Μεταφράσεις: μετριοπάθεια, αναγωγή, εγκράτεια, μείωση, ελάττωση, φραγμός, περιστολή, συγκράτηση, συγκράτηση των, μετριοπάθειας, συγκράτησης των