Moquette στα ελληνικά
Μετάφραση: moquette, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοκέτα, χαλί, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agrégat στα ελληνικά - συσσωμάτωμα, συνολικός, σύνολο, συνολικό, συνολική, συνολικά
- approprièrent στα ελληνικά - ιδιοποιηθεί, ιδιοποιήθηκε, πιστωθεί, οικειοποιήθηκαν, διατεθεί
- arctique στα ελληνικά - βοράς, αρκτικός, βόρειος, βοριάς, αρκτική, Αρκτική, Αρκτικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Moquette στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοκέτα, χαλί, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών
Μεταφράσεις: μοκέτα, χαλί, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών