Obstruer στα ελληνικά
Μετάφραση: obstruer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσόκαρο, ανέντιμος, συνωστισμός, φραγμός, δυσχεραίνω, στηρίγματα, απαίσιος, μπαρ, κάγκελο, βουλώνω, βρόμικος, κωλυσιεργώ, φράζω, εμποδίζω, παρακωλύω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζει, παρακωλύουν, εμποδίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abolir στα ελληνικά - καταργώ, μετακομίζω, παίρνω, ανακαλώ, σηκώνω, αποσύρω, καταστέλλω, ...
- cancans στα ελληνικά - κουτσομπόλης, κουτσομπολεύω, κουτσομπολιό, κουτσομπολιά, κουτσομπολιού, το κουτσομπολιό, τα κουτσομπολιά
- capitalisée στα ελληνικά - κεφαλαιοποιημένη, κεφαλαιοποιούνται, κεφαλαιοποιημένων, κεφαλαιοποιημένες, κεφαλαιοποιημένης
- chapitre στα ελληνικά - τομή, τμήμα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, το κεφάλαιο, του κεφαλαίου, κεφάλαιο αυτό
Τυχαίες λέξεις
Obstruer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσόκαρο, ανέντιμος, συνωστισμός, φραγμός, δυσχεραίνω, στηρίγματα, απαίσιος, μπαρ, κάγκελο, βουλώνω, βρόμικος, κωλυσιεργώ, φράζω, εμποδίζω, παρακωλύω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζει, παρακωλύουν, εμποδίσουν
Μεταφράσεις: τσόκαρο, ανέντιμος, συνωστισμός, φραγμός, δυσχεραίνω, στηρίγματα, απαίσιος, μπαρ, κάγκελο, βουλώνω, βρόμικος, κωλυσιεργώ, φράζω, εμποδίζω, παρακωλύω, εμποδίζουν, παρεμποδίζουν, εμποδίζει, παρακωλύουν, εμποδίσουν