Officieux στα ελληνικά
Μετάφραση: officieux, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξυπηρετικός, ανεπίσημος, Ανεπίσημες, ανεπίσημη, Ανεπίσημες προθεσμιακές, Ανεπίσημο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amassèrent στα ελληνικά - συσσωρεύσει, συγκέντρωσε, συγκεντρώσει, μαζέψει, συγκεντρωθεί
- année στα ελληνικά - έτος, χρονιά, χρόνος, έτους, χρόνο, περίοδο
- assistai στα ελληνικά - ήταν παρούσα, ήταν παρών, ήταν παρόν, υπήρχε, παρέστη
- barbouillèrent στα ελληνικά - αλείψει, αλείφεται, smeared, κηλίδες, μουτζούρες
Τυχαίες λέξεις
Officieux στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξυπηρετικός, ανεπίσημος, Ανεπίσημες, ανεπίσημη, Ανεπίσημες προθεσμιακές, Ανεπίσημο
Μεταφράσεις: εξυπηρετικός, ανεπίσημος, Ανεπίσημες, ανεπίσημη, Ανεπίσημες προθεσμιακές, Ανεπίσημο