Λέξη: δακτυλογραφώ

Μεταφράσεις: δακτυλογραφώ

δακτυλογραφώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
type, typewrite, typing, I type

δακτυλογραφώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tipo, escribir a máquina, typewrite, máquina de escribir, de máquina de escribir, escribe a máquina

δακτυλογραφώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
typ, schrift, setze, schriftsatz, tippen, art, schriftart, gattung, Schreibmaschinen, abtippen, typewrite

δακτυλογραφώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
presse, sorte, spécimen, standard, modèle, imprimé, paradigme, impression, exemple, écriture, genre, dactylographier, façon, caractère, type, taper, typewrite

δακτυλογραφώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tipo, sorta, specie, typewrite, macchina da scrivere, dattilografi, dattilografa

δακτυλογραφώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tipo, duzentos, dactilografar, datilografar, typewrite, máquina de escrever, passar à máquina

δακτυλογραφώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
drukletter, tikken, schrijfmachine, typewrite

δακτυλογραφώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отпечатывать, напечатать, пропечатать, типаж, литера, печатать, отпечатать, амплуа, шрифт, наберите, вводить, субъект, тип, порода, разряд, видоизменение, печатать на машинке, машинным, печать машинным, машинке, машинописного

δακτυλογραφώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
slag, skrift, write, typewrite, skrivemaskiner

δακτυλογραφώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
typ, förebild, skrivmaskinstyp, typewrite

δακτυλογραφώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirjoitus, kirjasin, tyyppi, typewrite, konekirjoitusta

δακτυλογραφώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skrift, type, slags, typewrite

δακτυλογραφώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
druh, tisk, otisk, písmeno, vzor, ráz, sorta, typ, psát na psacím stroji

δακτυλογραφώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
czcionka, wpisywanie, wzór, krój, wpisać, typ, druk, rodzaj, typewrite

δακτυλογραφώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
írógéppel ír, írógéppel, írógépszerû

δακτυλογραφώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tür, tip, çeşit, cins, daktilo ile yazmak, daktiloda yazmak, typewrite, daktilo

δακτυλογραφώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тип, наберіть, надрукувати, порода, друкувати, Друк, Друк сторінки, Друкувати У

δακτυλογραφώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lloj, shtyp në makinë shkrimi

δακτυλογραφώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тип, пиша на пишеща машина

δακτυλογραφώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
друкаваць на

δακτυλογραφώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tüüp, tippima, liik, trükkige

δακτυλογραφώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vrsta, oznaka, upisati, tipkati, tip, uzorak, pisati na pisaćoj mašini, pisati na pisaćem stroju

δακτυλογραφώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
letur, typewrite

δακτυλογραφώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rūšis, tipas, Spausdinti mašinėle, Rašyti ant mašinų, Rašyti ant

δακτυλογραφώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tips, modelis, veids, rakstīt uz mašīnas

δακτυλογραφώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
typewrite

δακτυλογραφώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tip, dactilografia, dactilografiați

δακτυλογραφώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vrsta, písmo, tipkati, vzor, piš, Pisati, pisalnemu stroju

δακτυλογραφώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
písmo, litera, vzor, písať, písa, napísať
Τυχαίες λέξεις