Pénal στα ελληνικά
Μετάφραση: pénal, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποινικός, εγκληματίας, εκδικητικός, εγκληματικός, μνησίκακος, ποινικού, ποινικών, ποινικές, ποινική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arrosez στα ελληνικά - ποτίζω, νερό, ύδωρ, ψιχαλίζω, καταβρέχω, ραντίζω, πασπαλίζουμε, ...
- automatisent στα ελληνικά - αυτοματοποιώ, αυτοματοποιήσει, την αυτοματοποίηση, αυτοματοποιήσουν, αυτοματοποιούν, αυτοματοποίηση των
- chiffrage στα ελληνικά - κωδικοποίησης, κωδικοποίηση, που κωδικοποιεί, κωδικοποιούν, κωδικοποιητική
- collabora στα ελληνικά - συνεργάστηκε, συνεργαστεί, συνεργάστηκαν, συνεργάζεται, συνεργασθεί
Τυχαίες λέξεις
Pénal στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποινικός, εγκληματίας, εκδικητικός, εγκληματικός, μνησίκακος, ποινικού, ποινικών, ποινικές, ποινική
Μεταφράσεις: ποινικός, εγκληματίας, εκδικητικός, εγκληματικός, μνησίκακος, ποινικού, ποινικών, ποινικές, ποινική