Λέξη: ώχρα
Σχετικές λέξεις: ώχρα
ώχρα κηλίδα, ώχρα ματιού, ώχρα σε σκόνη, ώχρα τοίχος, ώχρα χρώμα, ώχρα στα αγγλικα, ώχρα σπειροχαίτη καρυωτάκης, ώχρα σπειροχαίτη
Συνώνυμα: ώχρα
κίτρινο χρώμα
Μεταφράσεις: ώχρα
ώχρα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ochre, ocher, Ochre, yellow ocher
ώχρα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ocre, ocres, color ocre, el ocre, de ocre
ώχρα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ocker, Ocker, ockerfarbenen, ochre, ockerfarbene
ώχρα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ocre, l'ocre, ocres, d'ocre
ώχρα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ocra, color ocra, dell'ocra, ocraceo, l'ocra
ώχρα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ocre, ochre, ocher, do ocre, o ocre
ώχρα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oker, okerkleurige, ocher, ochre, okergele
ώχρα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
золото, охра, деньги, охры, охристо, охрой, охряно
ώχρα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oker, Ochre, ocher
ώχρα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ockra, ochre, ochren, ocher
ώχρα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
okra, okran, ochre, ocher
ώχρα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
okker, ochre, okkerfarvet, okkerfarvede
ώχρα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okr, okrová, okrové, okrový, okrově
ώχρα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ochra, ugier, ochry, ocher, ochre
ώχρα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
okker, okkersárga, okkeres, az okker
ώχρα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
okra, hardal sarısı, ochre, koyu sarı, hardal rengi
ώχρα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гроші, охра, вохра, охорон, охо, пігмент
ώχρα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
okër
ώχρα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
охра, охрено, в охра, на охра
ώχρα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
охра, вохра
ώχρα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ookerkollane, ooker, ookri, ocher, ookrit, ochre
ώχρα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oker, oker boje, boja okre, boje okre
ώχρα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ocher
ώχρα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ochra, rusvos, ochros, Brunatnożółty, auksas
ώχρα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
okers, okera, zelts, okera krāsas, dzeltenbrūnā
ώχρα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
окер, охра, окер боја, окер боја во
ώχρα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ocru, ochre, de ocru
ώχρα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oker, ochre, ocher, okraste, Over
ώχρα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
okrový, okr, oker
Τυχαίες λέξεις