Parenthèse στα ελληνικά

Μετάφραση: parenthèse, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύριος, βασικός, αγκύλη, σφίγγω, συνδετήρας, συσφίγγω, παρένθεση, παρενθέσεις, παρενθέσεων, παρενθέσεως, παρένθεσης
Parenthèse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accenser στα ελληνικά - νοίκι, ενοίκιο, ενοικιάζω
  • affligée στα ελληνικά - στενοχωρούνται, πληγεί, πλήττονται, προσβληθεί, που πλήττονται
  • agissons στα ελληνικά - πράξη, πράξης, Act, πράξεως, νόμου περί
  • casqué στα ελληνικά - κράνος, κρανοφόρος, κρανοφόρων, κρανοφόρα, κρανοφόρου
Τυχαίες λέξεις
Parenthèse στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύριος, βασικός, αγκύλη, σφίγγω, συνδετήρας, συσφίγγω, παρένθεση, παρενθέσεις, παρενθέσεων, παρενθέσεως, παρένθεσης