Pincer στα ελληνικά
Μετάφραση: pincer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράβηγμα, δάγκωμα, στύβω, στριμώχνω, ζουλώ, κλέβω, δαγκώνω, τσίμπημα, βουτώ, τσιμπώ, πιάνω, αρπάζω, τραβώ, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ablution στα ελληνικά - νίψιμο, πλύσιμο, νήψη, δύναμη κάθαρσης, πλύση, έκπλυσις
- allongent στα ελληνικά - επιμηκύνω, επιμηκύνει, επιμηκύνουν, να επιμηκύνει, μακρύνει
- ascendant στα ελληνικά - επιρροή, εξουσιάζω, κρούση, άνω, επενεργώ, σύγκρουση, επενέργεια, ...
- bridés στα ελληνικά - Στεγανοποιημένο, Φλαντζωτή, Flanged, ΦΛΑΝΤΖΩΤΗ, Φλάντζα
Τυχαίες λέξεις
Pincer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράβηγμα, δάγκωμα, στύβω, στριμώχνω, ζουλώ, κλέβω, δαγκώνω, τσίμπημα, βουτώ, τσιμπώ, πιάνω, αρπάζω, τραβώ, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει
Μεταφράσεις: τράβηγμα, δάγκωμα, στύβω, στριμώχνω, ζουλώ, κλέβω, δαγκώνω, τσίμπημα, βουτώ, τσιμπώ, πιάνω, αρπάζω, τραβώ, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει