Δαγκώνω στα γαλλικά

Μετάφραση: δαγκώνω, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mords, morsure, pincer, piqûre, mordre, manger, mordiller, mordons, mordez, picoter, piquer, mordent, goulée, ronger
Δαγκώνω στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δαγκώνω

τον δαγκώνω, δαγκώνω τη λαμαρίνα, δαγκώνω τα χείλη, δαγκώνω στα γαλλικά, δαγκώνω ονειροκρίτης, δαγκώνω λεξικό γλώσσας γαλλικά, δαγκώνω στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • δίψα στα γαλλικά - aspiration, envie, gré, appétit, désir, soif, la soif, ...
  • δαίμονας στα γαλλικά - diable, démon, demon, démons, démon de, démoniaque
  • δακτυλίδι στα γαλλικά - sonner, cerne, boucle, ring, sonnette, appeler, bague, ...
  • δακτυλογραφώ στα γαλλικά - presse, sorte, spécimen, standard, modèle, imprimé, paradigme, ...
Τυχαίες λέξεις
Δαγκώνω στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: mords, morsure, pincer, piqûre, mordre, manger, mordiller, mordons, mordez, picoter, piquer, mordent, goulée, ronger