Rusticité στα ελληνικά

Μετάφραση: rusticité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανοχή, ασυδοσία, αντοχή, ανοσία, ανεκτικότητα, αγροτικότης, αγροτικότητα, απλότητας, αγροικία, αγροτική ζωή
Rusticité στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abolition στα ελληνικά - κατάλυση, απόκρυψη, εξάλειψη, ακύρωση, μετάθεση, ανακαλώ, καταστολή, ...
  • belle-fille στα ελληνικά - κόρη του νόμου, νύφη, την κόρη του νόμου
  • bride στα ελληνικά - χαλινώνω, κράσπεδο, στεφάνη, ανακόπτω, καρέ, σταματώ, χαλιναγωγώ, ...
  • cafouillage στα ελληνικά - ακαταστασία, αναταραχή, ντόρος, σύγχυση, σάλος, ταραχή, κυκεώνας, ...
Τυχαίες λέξεις
Rusticité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανοχή, ασυδοσία, αντοχή, ανοσία, ανεκτικότητα, αγροτικότης, αγροτικότητα, απλότητας, αγροικία, αγροτική ζωή