S'empourprer στα ελληνικά

Μετάφραση: s'empourprer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοκκινίζω, κοκκινίζουν, ερυθριώ, κοκκινίσει
S'empourprer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acquiescez στα ελληνικά - συγκατανεύω, νεύση, κουνώντας, γνέφει, κουνώντας το, νεύματα
  • attelant στα ελληνικά - Η ένωση των, ένωση των
  • boit στα ελληνικά - πόσιμο, πόσιμου, το πόσιμο, του πόσιμου, πίνοντας
Τυχαίες λέξεις
S'empourprer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοκκινίζω, κοκκινίζουν, ερυθριώ, κοκκινίσει