Séparé στα ελληνικά
Μετάφραση: séparé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζει, αποχωρίζεται, διαχωρίζεται, διαχωρίζει, αποβάλλεται
Μεταφράσεις
- attirer στα ελληνικά - τράβηγμα, γνέφω, παρασύρω, τραβώ, έλκω, κράχτης, δόλωμα, ...
- bombe στα ελληνικά - βόμβα, βόμβας, βομβών, βομβιστική, βομβιστικές
- cernons στα ελληνικά - είναι, αποτελούν, έχουν, οι, βρίσκονται
- chagrinez στα ελληνικά - θρηνώ, πενθώ, θλίβομαι, θρηνήσει, θρηνήσουν, λυπάστε, θλίβονται
Τυχαίες λέξεις
Séparé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζει, αποχωρίζεται, διαχωρίζεται, διαχωρίζει, αποβάλλεται
Μεταφράσεις: χωρίζει, αποχωρίζεται, διαχωρίζεται, διαχωρίζει, αποβάλλεται