Soldat στα ελληνικά
Μετάφραση: soldat, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαντάρος, ιδιωτικός, πολεμιστής, ιδιαίτερος, στρατιώτης, στρατιώτη, στρατιωτών, στρατιώτες, στρατιώτη που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amenant στα ελληνικά - φέρνοντας, άσκηση, φέρει, ασκήσεως, την άσκηση
- bouclage στα ελληνικά - loopback, βρόχου επιστροφής, βρόχου
- chutèrent στα ελληνικά - έπεσα, κόβω
- claquemurer στα ελληνικά - φυλακή, περιορίζω, κοντά, περιστέλλω, φυλακίζω, αποπνιχτικός, κλειδαριά, ...
Τυχαίες λέξεις
Soldat στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαντάρος, ιδιωτικός, πολεμιστής, ιδιαίτερος, στρατιώτης, στρατιώτη, στρατιωτών, στρατιώτες, στρατιώτη που
Μεταφράσεις: φαντάρος, ιδιωτικός, πολεμιστής, ιδιαίτερος, στρατιώτης, στρατιώτη, στρατιωτών, στρατιώτες, στρατιώτη που