Ιδιωτικός στα γαλλικά
Μετάφραση: ιδιωτικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
soldat, privé, intime, particulier, confidentiel, individuel, privée, privés, privative, privées
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιωτικός
ιδιωτικός τομέας άδειες, ιδιωτικός αστυνομικός ασφαλείας, ιδιωτικός ερευνητής, ιδιωτικός ντετέκτιβ, ιδιωτικός υπάλληλος στα αγγλικά, ιδιωτικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, ιδιωτικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ιδιοτέλεια στα γαλλικά - égoïsme, l'égoïsme, d'égoïsme, égoïsmes
- ιδιοτελής στα γαλλικά - égoïste, intéressé, intéressée, propre intérêt, propres intérêts
- ιδιόμορφος στα γαλλικά - extravagant, baroque, étrange, individuel, curieux, exceptionnel, simple, ...
- ιδιότητα στα γαλλικά - épithète, imputer, propriété, qualité, attribuer, attribuons, attribut, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιδιωτικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: soldat, privé, intime, particulier, confidentiel, individuel, privée, privés, privative, privées
Μεταφράσεις: soldat, privé, intime, particulier, confidentiel, individuel, privée, privés, privative, privées