Susceptible στα ελληνικά

Μετάφραση: susceptible, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρυφερός, λεπτός, γλιστερός, ευερέθιστος, ευέξαπτος, οξύθυμος, μαλθακός, μαλακός, εύθικτος, ευαίσθητος, φίνος, ολισθηρός, επιδεκτικός, ευπαθών, ευαίσθητα, ευπαθή
Susceptible στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aplani στα ελληνικά - εξομαλύνεται, εξομαλύνονται, εξομαλυνθεί, λειαίνονται, εξομάλυνση
  • bibliographies στα ελληνικά - βιβλιογραφίες, βιβλιογραφιών, βιβλιογραφία, βιβλιογραφίας, τις βιβλιογραφίες
  • cartable στα ελληνικά - χαρτοφυλάκιο, χαρτοφύλακας, σχολική τσάντα, σχολική, σχολικής τσάντας, schoolbag
Τυχαίες λέξεις
Susceptible στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρυφερός, λεπτός, γλιστερός, ευερέθιστος, ευέξαπτος, οξύθυμος, μαλθακός, μαλακός, εύθικτος, ευαίσθητος, φίνος, ολισθηρός, επιδεκτικός, ευπαθών, ευαίσθητα, ευπαθή