Tressaillement στα ελληνικά
Μετάφραση: tressaillement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταψύχω, τουρτουρίζω, ταραχή, δονούμαι, ρίγος, τρεμουλιάζω, τρέμω, συγκίνηση, παγερός, τρεμούλιασμα, δόνηση, ξεκινώ, τρεμούλα, ριγώ, ανατριχίλα, γογγύζω, ενθουσιασμό, συγκίνησης, συγκινήσεις, τη συγκίνηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admettre στα ελληνικά - εισάγω, εγκρίνω, παραδέχομαι, χορηγώ, αγκαλιάζω, διαβεβαιώνω, ομολογώ, ...
- annexées στα ελληνικά - προσαρτημένος, προσαρτάται, που προσαρτάται, που επισυνάπτεται, προσαρτώνται
- capitulons στα ελληνικά - συνθηκολογό, συνθηκολογήσετε, συνθηκολογήση, συνθηκολογήσει, συνθηκολογήσουν
- complète στα ελληνικά - πλήρης, Ολοκλήρωση, Πλήρεις, Πλήρες, Πλήρη
Τυχαίες λέξεις
Tressaillement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταψύχω, τουρτουρίζω, ταραχή, δονούμαι, ρίγος, τρεμουλιάζω, τρέμω, συγκίνηση, παγερός, τρεμούλιασμα, δόνηση, ξεκινώ, τρεμούλα, ριγώ, ανατριχίλα, γογγύζω, ενθουσιασμό, συγκίνησης, συγκινήσεις, τη συγκίνηση
Μεταφράσεις: καταψύχω, τουρτουρίζω, ταραχή, δονούμαι, ρίγος, τρεμουλιάζω, τρέμω, συγκίνηση, παγερός, τρεμούλιασμα, δόνηση, ξεκινώ, τρεμούλα, ριγώ, ανατριχίλα, γογγύζω, ενθουσιασμό, συγκίνησης, συγκινήσεις, τη συγκίνηση