Λέξη: χυμός
Σχετικές λέξεις: χυμός
χυμός λεμονιού, χυμός σιταρόχορτου, χυμός καρότο, χυμός ρόδι, χυμός μήλου, χυμός πορτοκάλι, χυμός σέλινου, χυμός πορτοκάλι θερμίδες, χυμός τζίντζερ, ζωμός λαχανικών
Συνώνυμα: χυμός
ζουμί, υγρό, πηγή ενέργειας, ηλεκτρισμός
Μεταφράσεις: χυμός
χυμός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sap, juice, chyme, juice is, of juice, juice of
χυμός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
zumo, savia, jugo, jugo de, zumo de, el jugo
χυμός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dummkopf, trottel, knüppel, saft, Saft, juice
χυμός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
idiot, amollir, alanguir, matraque, atténuer, sève, tranchée, sot, miner, suc, affaiblir, jus, saper, sape, le jus, de jus, du jus
χυμός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sugo, linfa, succo, succo di, spremuta, il succo
χυμός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
jarro, sumo, suco, tolo, seiva, imbecil, suco de, sumo de, o suco
χυμός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stommeling, sap, domkop, sufferd, zot, domoor, malloot, schaapskop, dwaas, stomkop, juice, d'orange
χυμός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ослабить, основа, сушить, взорвать, подкапывать, подкопать, подрыть, горючее, подрывать, зубрежка, подкоп, зубрила, подорвать, взрывать, истощать, дурак, сок, сока, соки, соков, соком
χυμός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
saft, juice, saften
χυμός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
saft, juice, fruktsaft
χυμός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
liemi, mehu, houkkio, mahla, pihka, mehua, juice, mehun, mehut
χυμός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
saft, juice, saften, frugtsaft
χυμός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šťáva, podrývat, podminovat, podkopávat, podlomit, zeslabit, míza, zákop, podkop, podrýt, podkopat, džus, šťávy, šťávu, juice
χυμός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
energia, podkopać, transzeja, wyczerpywać, okop, wycieńczać, podkop, sok, podmywać, osłabiać, wigor, żywotność, podkopywać, prąd, soku, juice, soki, sok z
χυμός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
motorüzemanyag, villamosság, életnedv, nedv, lé, szaft, gyümölcslé, juice, leve, levet
χυμός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
özsu, meyve suyu, suyu, suları, juice
χυμός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
задушити, підкопувати, ослабляти, задушіть, підкоп, живиця, послабити, сік, сок
χυμός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lëng, leng, lëng të, lëng i, lëngje
χυμός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сок, сок от, сокове, сока
χυμός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сок
χυμός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mahl, mahla, mahlast, mahlas, mahlaga
χυμός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
potkopavati, potkopati, krv, minirati, sok, sok od, soka, sokovi, sokova
χυμός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
safa, safi
χυμός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
adficio
χυμός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sula, sultys, sulčių, sultis, sultimis
χυμός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sula, sulu, sulas, sulai
χυμός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сокот, сок, сок од, сокови, сокот од
χυμός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sevă, suc, prost, suc de, sucul, sucul de, de suc
χυμός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
elán, sok, míza, juice, soka, sokom
χυμός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
šťava, šťavy, džús
Στατιστικά δημοτικότητας: χυμός
Τυχαίες λέξεις