Trouver στα ελληνικά
Μετάφραση: trouver, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεύρεση, ψεύδομαι, βρίσκω, κείμαι, παίρνω, εύρημα, αποκτώ, πάρει, πάρετε, καταλάβει, το πάρει, να το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affronter στα ελληνικά - αντιμετωπίζω, πρόσωπο, αντικρίζω, κύρος, προσώπου, πρόσωπό, όψη, ...
- ample στα ελληνικά - αρκετός, εύπορος, απέραντος, πελώριος, τεράστιος, πλατύς, άφθονος, ...
- bougeant στα ελληνικά - κίνηση, κινούμενος, κινείται, διακινούνται, που διακινούνται
- commercialisé στα ελληνικά - εμπόριο, εμπορία, στην αγορά, στο εμπόριο, διατίθενται στην αγορά
Τυχαίες λέξεις
Trouver στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεύρεση, ψεύδομαι, βρίσκω, κείμαι, παίρνω, εύρημα, αποκτώ, πάρει, πάρετε, καταλάβει, το πάρει, να το
Μεταφράσεις: ανεύρεση, ψεύδομαι, βρίσκω, κείμαι, παίρνω, εύρημα, αποκτώ, πάρει, πάρετε, καταλάβει, το πάρει, να το