Ächzen στα ελληνικά
Μετάφραση: ächzen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουγκρητό, στενάζω, μουγκρίζω, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό
Μεταφράσεις
- angemessen στα ελληνικά - πανηγύρι, επαρκής, ανάλογος, οικειοποιούμαι, δίκαιος, ξανθός, λογικός, ...
- anschwärzung στα ελληνικά - δυσφήμηση, σπίλωση, δυσφήμησης, διασυρμό, δυσφήμισης
- bist στα ελληνικά - είναι, Δεν, αποτελούν, έχουν, οι
- bücklinge στα ελληνικά - ρέγκα, kippers, καπνιστή ρέγκα, ρέγγα, παστά
Τυχαίες λέξεις
Ächzen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουγκρητό, στενάζω, μουγκρίζω, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό
Μεταφράσεις: μουγκρητό, στενάζω, μουγκρίζω, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό