Überlegen στα ελληνικά
Μετάφραση: überlegen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρεμβάζω, αντικατοπτρίζω, συλλογίζομαι, διαλογίζομαι, εικάζω, σταθμίζω, λόγος, ζεσταίνω, αγορά, ανώτερος, αναμετρώ, αντανακλώ, αιτιολογία, αναχαράζω, κερδοσκοπώ, μοιράζω, ανώτερη, superior, ανώτερο, ανώτερες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anschwemmung στα ελληνικά - κατακλυσμός, πρόσχωση, λάσπη, αλλουβιανές, τις αλλουβιανές, αλλούβιου
- ausgefüllt στα ελληνικά - συμπληρωθεί, συμπλήρωσαν, συμπληρωμένη, συμπληρώνονται, συμπληρώνεται
- behörden στα ελληνικά - αυθεντία, καθεστώς, δίαιτα, κυβέρνηση, πολίτευμα, εξουσία, κύρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Überlegen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρεμβάζω, αντικατοπτρίζω, συλλογίζομαι, διαλογίζομαι, εικάζω, σταθμίζω, λόγος, ζεσταίνω, αγορά, ανώτερος, αναμετρώ, αντανακλώ, αιτιολογία, αναχαράζω, κερδοσκοπώ, μοιράζω, ανώτερη, superior, ανώτερο, ανώτερες
Μεταφράσεις: ρεμβάζω, αντικατοπτρίζω, συλλογίζομαι, διαλογίζομαι, εικάζω, σταθμίζω, λόγος, ζεσταίνω, αγορά, ανώτερος, αναμετρώ, αντανακλώ, αιτιολογία, αναχαράζω, κερδοσκοπώ, μοιράζω, ανώτερη, superior, ανώτερο, ανώτερες