Διχάζω στα αγγλικά

Μετάφραση: διχάζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
divide, bifurcate
Διχάζω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διχάζω

divide
  • μοιράζω
  • χωρίζω
  • διανέμω
  • διαιρώ
  • διχάζω
bifurcate
  • διχάζω
  • διακλαδώνω

Σχετικές λέξεις: διχάζω

διχάζω συνώνυμα, διχάζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, διχάζω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • διυλιστήριο στα αγγλικά - refinery, the refinery, a refinery, oil refinery
  • διφορούμενος στα αγγλικά - evasive, ambiguous, equivocal, oracular, ambiguity, ambivalent
  • διχασμός στα αγγλικά - division, split, divisions, divide, disunity
  • διχοτομία στα αγγλικά - split, fracture, dichotomy, the dichotomy, a dichotomy, dichotomy of, dichotomy between
Τυχαίες λέξεις
Διχάζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: divide, bifurcate