Λέξη: περονόσπορος
Σχετικές λέξεις: περονόσπορος
περονόσπορος κολοκυνθοειδών, περονόσπορος πατάτας, περονόσπορος αμπέλι, περονόσπορος αγγουριάς, περονόσπορος της πατάτας, περονόσπορος βιολογική αντιμετώπιση, περονόσπορος ντομάτας, περονόσπορος αντιμετώπιση, περονόσπορος ντομάτα, περονόσπορος κρεμμυδιού
Συνώνυμα: περονόσπορος
μούχλα, ερυσίβη, μούχλα των φυτών
Μεταφράσεις: περονόσπορος
περονόσπορος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mildew, downy mildew, downy, blight, late blight
περονόσπορος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
moho, mildiu, el moho, hongos, mildiú
περονόσπορος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mehltau, schimmelpilz, schimmel, Schimmel, Mehltau, mildew
περονόσπορος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rouille, moisi, moisissure, mildiou, la moisissure, moisissures, le mildiou
περονόσπορος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
muffa, muffe, la muffa, di muffa, della muffa
περονόσπορος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
míldio, bolor, mofo, mildew, oídio
περονόσπορος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
meeldauw, schimmel, schimmelvorming, schimmels, naar schimmel
περονόσπορος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
плесень, милдью, плесени, Mildew, роса
περονόσπορος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mugg, aktig mugg, room was cramped with, jordslag, muggen
περονόσπορος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mögel, mjöldagg, mildew
περονόσπορος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
home, härmä, homehtua, hometta, homeen, mildew
περονόσπορος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
meldug, mug, skimmel, mildew
περονόσπορος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
plíseň, plesnivina, plísním, plísně, padlí, zplesnivět
περονόσπορος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pleśń, rdza, pleśni, rzekomy, mildew
περονόσπορος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rozsda, penész, a penész, lisztharmat, peronoszpóra, egyéb gombák
περονόσπορος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
küf, mildew, küfü, küflendirmek
περονόσπορος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зм'якшуватися, пом'якшувати, зм'якшувати, цвіль, пліснява, плісняву, плесень
περονόσπορος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
myk, e myk
περονόσπορος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плесен, мана, мухъл, плесени, гниене
περονόσπορος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цвіль
περονόσπορος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kopituse, jahukaste, hallitus, hallituse, ebajahukaste
περονόσπορος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
plijesan, plijesni, na plijesan, medljikom
περονόσπορος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mildew
περονόσπορος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
miltligė, pelėsiai, pelėsių, netikroji miltligė, pelsis
περονόσπορος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
miltrasa, pelējums, pelējumu, miltrasu, miltrasas
περονόσπορος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мувла, мувли, мувлата
περονόσπορος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mucegai, mucegaiului, mucegaiul, a mucegaiului, mildew
περονόσπορος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
padlí, plesen, plesni, mildew, bil odličen, je bil odličen
περονόσπορος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
padlí, pleseň, plieseň, plesne