Λέξη: ισότιμος
Σχετικές λέξεις: ισότιμος
ισότιμοσ συνώνυμο
Συνώνυμα: ισότιμος
ισοτιμία
Μεταφράσεις: ισότιμος
ισότιμος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
equivalent, coordinate, compeer, equal, an equal
ισότιμος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
equivalente, equivalentes, equivale, equivalente de, equivalente a
ισότιμος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gleichviel, gleichwertig, äquivalent, Äquivalent, Gegenwert, gleich, gleichwertige
ισότιμος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pareil, équivalent, équivalente, équivalents, équivalentes, équivaut
ισότιμος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
equivalente, equivalenti, pari, equivale
ισότιμος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
equivalente, similar, equipamento, parecido, semelhante, equivalentes, equivale, o equivalente, equivalente de
ισότιμος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eender, equivalent, gelijke, gelijkwaardig, gelijkwaardige, gelijk
ισότιμος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
одинаковый, равный, равносильный, замена, равнозначащий, эквивалент, равнозначный, адекватный, эквивалентный, равновеликий, равноценный, эквивалентно, эквивалентны, эквивалентна, эквивалентен
ισότιμος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tilsvar, tilsvarende, tilsvarer, ekvivalent, som tilsvarer
ισότιμος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
motsvarighet, ekvivalent, motsvarande, motsvarar, likvärdig, likvärdiga
ισότιμος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vastaava, verrattava, samanarvoinen, yhtäpitävä, sama, vertainen, vastine, yhtä, vastaavat, vastaa, vastaavan
ισότιμος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilsvarende, ækvivalent, svarende, svarer, samme
ισότιμος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rovnocenný, ekvivalentní, ekvivalent, protihodnota, rovnocenné, odpovídá
ισότιμος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ekwiwalentny, równorzędny, równoznaczny, równoważnik, równowartość, równoważny, odpowiednik, równoważnia, ekwiwalent
ισότιμος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ekvivalens, egyenértékes, egyenértékű, azzal egyenértékű, ezzel egyenértékű, egyenértékűnek
ισότιμος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
benzer, eşdeğer, eşdeğeri, eşdeğerdir, denk, eşit
ισότιμος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
еквівалент
ισότιμος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ekuivalent, ekuivalente, barabartë, e barabartë, ekuivalenti
ισότιμος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
еквивалентен, равностоен, еквивалент, еквивалентни, еквивалентна
ισότιμος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
эквівалент
ισότιμος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
samaväärne, vaste, ekvivalent, samaväärse, samaväärsed, samaväärsete, samaväärseid
ισότιμος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ekvivalent, jednak, ekvivalentna, jednaka, ekvivalentan, ekvivalenta
ισότιμος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jafngildir, jafngildi, reiknuð, samsvarar, sem jafngildir
ισότιμος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lygiavertis, ekvivalentas, lygiavertė, lygiaverčiai, lygiavertės
ισότιμος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ekvivalents, līdzvērtīgs, līdzvērtīga, līdzvērtīgu, līdzvērtīgi
ισότιμος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
еквивалент, еквивалентни, противвредност, еднакви, еквивалентно
ισότιμος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
echivalent, echivalentă, echivalente, echivalentul, echivalenta
ισότιμος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ekvivalent, enakovredno, enakovredna, enakovreden, enakovredni
ισότιμος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ekvivalent, rovnocenný, protihodnota, ekvivalentná, ekvivalentné, ekvivalentnej, ekvivalentný