Abgetragen στα ελληνικά

Μετάφραση: abgetragen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατάστατος, φοριούνται, φοριέται, φθαρεί, φορεθεί, φθαρμένα
Abgetragen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgeteilt στα ελληνικά - διαιρείται, διαιρούμενο, διαιρεμένο, χωρίζεται, διαιρούνται
  • abgetippt στα ελληνικά - δακτυλογραφημένες, δακτυλογραφημένα, δακτυλογραφημένο, πληκτρολογήσει, δακτυλογραφημένη
  • abgetrocknet στα ελληνικά - αποξηραμένα, ξηρά, ξηραίνεται, ξηράνθηκαν, ξηραίνονται
  • abgeurteilt στα ελληνικά - καταδικασμένος, καταδικάστηκε, καταδικάστηκαν, καταδικαστεί, καταδίκασε, καταδικασθεί
Τυχαίες λέξεις
Abgetragen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατάστατος, φοριούνται, φοριέται, φθαρεί, φορεθεί, φθαρμένα