Abschleifen στα ελληνικά

Μετάφραση: abschleifen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τριβή, απόξεση, αμυχή, φθορά, άμμος, άμμο, άμμου, αμμουδιά, την άμμο
Abschleifen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abschlagszahlung στα ελληνικά - πληρωμή, πληρωμής, την πληρωμή, καταβολή, πληρωμών
  • abschleifend στα ελληνικά - τραχύς, τραχιά, λειαντικά, λειαντικό, λειαντικών, αποξεστικό
  • abschleifung στα ελληνικά - αμυχή, απόξεση, τριβή, φθορά, λείανση, λείανσης, τρίψιμο, ...
Τυχαίες λέξεις
Abschleifen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τριβή, απόξεση, αμυχή, φθορά, άμμος, άμμο, άμμου, αμμουδιά, την άμμο