Adoptieren στα ελληνικά

Μετάφραση: adoptieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδέχομαι, υιοθετώ, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει
Adoptieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • admiral στα ελληνικά - ναύαρχος, Admiral, ναύαρχο, ναυάρχου, ο ναύαρχος
  • adoleszent στα ελληνικά - έφηβος, εφηβικός, Εφηβική, Εφηβικής, Εφήβων, Εφήβου
  • adoptierende στα ελληνικά - θετός, θετή, θετοί, θετούς, υιοθετούντων
  • adoptiert στα ελληνικά - υιοθέτησε, που εγκρίθηκε, εγκρίθηκε, ενέκρινε, εξέδωσε
Τυχαίες λέξεις
Adoptieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδέχομαι, υιοθετώ, υιοθετήσουν, εγκρίνει, να εγκρίνει, υιοθετούν, υιοθετήσει