Allokation στα ελληνικά
Μετάφραση: allokation, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατανομή, καταμερισμός, κλήρος, κατανομής, χορήγηση, διάθεση, την κατανομή
Μεταφράσεις
- allmächtige στα ελληνικά - παντοδύναμος, παντοκράτορας, Παντοδύναμο, Παντοδύναμου, Παντοκράτορα, ο Παντοδύναμος
- allmählich στα ελληνικά - βαθμιαίος, βαθμιαία, σιγά-, σταδιακά, σταδιακή, προοδευτικά, βαθμιαίως
- allonge στα ελληνικά - επέκταση, προέκταση, έκταση
- allrounder στα ελληνικά - πολυεργαλείο, Allrounder, πολυμηχάνημα, μηχανή παντός
Τυχαίες λέξεις
Allokation στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατανομή, καταμερισμός, κλήρος, κατανομής, χορήγηση, διάθεση, την κατανομή
Μεταφράσεις: κατανομή, καταμερισμός, κλήρος, κατανομής, χορήγηση, διάθεση, την κατανομή