Amöbe στα ελληνικά
Μετάφραση: amöbe, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμοιβάδα, αμοιβάδες, amoeba, αμοιβάδας, η αμοιβάδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amtszeit στα ελληνικά - διορία, όρος, τρίμηνο, κατοχή, θητεία, θητείας, της θητείας, ...
- amulett στα ελληνικά - φυλαχτό, φυλακτό, το φυλακτό, φυλακτού, φυλαχτό του
- amüsant στα ελληνικά - σαγηνευτικός, μαγευτικός, διασκεδαστικός, διασκεδαστικό, διασκεδαστική, διασκεδαστικά, διασκεδάζοντας
- amüsieren στα ελληνικά - ψυχαγωγώ, διασκεδάζω, φιλοξενώ, διασκεδάζουν, Amuse, διασκεδάσουν, να διασκεδάσουν
Τυχαίες λέξεις
Amöbe στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμοιβάδα, αμοιβάδες, amoeba, αμοιβάδας, η αμοιβάδα
Μεταφράσεις: αμοιβάδα, αμοιβάδες, amoeba, αμοιβάδας, η αμοιβάδα