Anfahren στα ελληνικά

Μετάφραση: anfahren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρώ, χτυπώ, σουξέ, προσέγγιση, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση
Anfahren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anerzogen στα ελληνικά - ενστάλαξε, εμφυσήσει, ενσταλάξει, ενσταλάζεται, ενσταλάζονται
  • anfahrt στα ελληνικά - λεωφόρος, προσεγγίζω, ταξιδεύω, οδηγώ, μέθοδος, προσέγγιση, πλησιάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Anfahren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρώ, χτυπώ, σουξέ, προσέγγιση, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, η προσέγγιση