Λέξη: ίδιος

Σχετικές λέξεις: ίδιος

ίδιος-α-ο, ίδιος κλίση, ίδιος συνώνυμα, ίδιοσ συνώνυμο, ίδιος βικιλεξικο, ίδιοσ ίδια ίδιο

Συνώνυμα: ίδιος

ιδικός μου, εαυτό, αυτός ο ίδιος

Μεταφράσεις: ίδιος

ίδιος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
same, himself, own, self, he

ίδιος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mismo, parejo, semejante, sí mismo, él mismo, sí, se

ίδιος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
derselbe, gleichwertig, dasselbe, gleich, selbe, dieselbe, selbst, sich, sich selbst, selber, er

ίδιος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
égal, même, uniforme, pareil, mme, équivalent, lui-même, se, lui, se est

ίδιος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
uguale, stesso, medesimo, pari, se stesso, si, egli stesso, lui stesso

ίδιος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mesma, parecido, mesmos, semelhante, saudação, similar, mesmo, tal, se, a si mesmo, ele mesmo, ele próprio

ίδιος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
identiek, dito, eender, gelijkwaardig, zelfde, equivalent, gelijke, zichzelf, zich, hemzelf, zelf, hij

ίδιος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
равноценный, единообразный, равный, одинаковый, эквивалентный, сам, себя, себе, самого, и сам

ίδιος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lik, samme, selv, seg selv, seg, komme løs, han

ίδιος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lik, själv, självt, sig, sig själv, han

ίδιος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vertainen, samanlainen, vastaava, yksi, samanarvoinen, sama, itse, itsensä, itseään, itselleen, yksin

ίδιος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
selv, sig, sig selv, væk, ham

ίδιος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stejný, jednotvárný, sám, se, sebe, samotný, osobně

ίδιος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
równy, jednolity, identyczność, identyczny, podobny, sam, się, siebie, sobie, faulu

ίδιος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ugyanúgy, önmaga, ő maga, magát, maga, magának

ίδιος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
benzer, eşit, kendisi, kendini, yaptığı, bizzat, kendisini

ίδιος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
однаковий, сам, сама, саме

ίδιος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
njëjtë, vetë, veten, veten e tij, meritonte një, e meritonte

ίδιος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
себе си, се, себе, сам, си

ίδιος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сам

ίδιος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ühesugune, samamoodi, sama, ise, end, ennast, enda, endale

ίδιος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
podjednak, poput, usprkos, istih, mp, sam, i sam, sebe, je sam, osobno

ίδιος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samur, sjálfur, færður, sig, liðinu, sér

ίδιος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pats, save, priešais save, įspėjimą, įspėjimą dėl

ίδιος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pats, dzelteno, sevi, pašam, viens pats

ίδιος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се, самиот, себе, и самиот, себеси

ίδιος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
acelaşi, însuși, se, să se, sa, el însuși

ίδιος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
spolu, isti, sam, prislužil, je prislužil, tudi sam, sama

ίδιος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
spolu, rovnaký, sám, samotný

Στατιστικά δημοτικότητας: ίδιος

Τυχαίες λέξεις