Arbiträr στα ελληνικά
Μετάφραση: arbiträr, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbeitsüberlastung στα ελληνικά - υπερκόπωση, υπερβολικού φόρτου εργασίας, την υπερκόπωση, υπερβολική εργασία, η υπερκόπωση
- arbitrage στα ελληνικά - διαιτησία, αρμπιτράζ, διαιτησίας, πρόκριση
- archaisch στα ελληνικά - απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
- archaismus στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
Τυχαίες λέξεις
Arbiträr στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο
Μεταφράσεις: αυθαίρετος, αυθαίρετη, αυθαίρετες, αυθαίρετων, αυθαίρετο