Aufgeben στα ελληνικά
Μετάφραση: aufgeben, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρατάω, εγκαταλείπω, ταχυδρομείο, ταχυδρομώ, παραιτηθεί, να εγκαταλείψουν, εγκαταλείψουν, να εγκαταλείψει, εγκαταλείψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufgeatmet στα ελληνικά - εμφύσησε, ανέπνεε, αναπνέουν, πνοή, εισπνέονται
- aufgebauscht στα ελληνικά - υπερβολική, υπερβολικές, υπερβολικός, υπερβολικοί, υπερβολικά
- aufgebend στα ελληνικά - δίνοντας, δίνει, Η παροχή, παρέχοντας, Παροχή
- aufgebessert στα ελληνικά - ενισχύεται, ενίσχυσε, ενισχύθηκε, ενισχυθεί, ενισχυθούν
Τυχαίες λέξεις
Aufgeben στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρατάω, εγκαταλείπω, ταχυδρομείο, ταχυδρομώ, παραιτηθεί, να εγκαταλείψουν, εγκαταλείψουν, να εγκαταλείψει, εγκαταλείψει
Μεταφράσεις: παρατάω, εγκαταλείπω, ταχυδρομείο, ταχυδρομώ, παραιτηθεί, να εγκαταλείψουν, εγκαταλείψουν, να εγκαταλείψει, εγκαταλείψει