Aufstieg στα ελληνικά
Μετάφραση: aufstieg, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάδειξη, ορθώνομαι, ανάβαση, προαγωγή, προώθηση, ορειβασία, αυξάνομαι, ανατέλλω, αύξηση, σκαρφαλώνω, ανεβαίνω, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufstellend στα ελληνικά - ρίψη, pitching, ρίψης, σκαμπανεβάσματος, προνευστασμό
- aufstellung στα ελληνικά - λίστα, λογαριασμός, υποψηφιότητα, σημασία, ομήγυρη, συνέλευση, χρίσμα, ...
- aufstiege στα ελληνικά - αναβάσεις, αναρριχήσεις, ανεβαίνει, ανηφόρες, ανηφορίζει
- aufstoßen στα ελληνικά - ρέψιμο, burp
Τυχαίες λέξεις
Aufstieg στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάδειξη, ορθώνομαι, ανάβαση, προαγωγή, προώθηση, ορειβασία, αυξάνομαι, ανατέλλω, αύξηση, σκαρφαλώνω, ανεβαίνω, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται
Μεταφράσεις: ανάδειξη, ορθώνομαι, ανάβαση, προαγωγή, προώθηση, ορειβασία, αυξάνομαι, ανατέλλω, αύξηση, σκαρφαλώνω, ανεβαίνω, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται