Ορειβασία στα γερμανικά
Μετάφραση: ορειβασία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bergsteigen, kletternd, bergsteigerei, aufstieg, klettern, Kletterei, Klettern, Kletter, Steigen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορειβασία
ορειβασία στην πάρνηθα, ορειβασία εξοπλισμός, ορειβασία θεσσαλονίκη, ορειβασία-πεζοπορία, ορειβασία στην κύπρο, ορειβασία λεξικό γλώσσας γερμανικά, ορειβασία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ορδή στα γερμανικά - horde, rotte, rudel, Horde, Schar, Horden
- ορειβάτης στα γερμανικά - schlingpflanze, bergsteiger, bergsteigerin, bergbewohner, kletterpflanze, Bergsteiger, Bergsteigers, ...
- ορεινός στα γερμανικά - gebirgig, bergig, Berg, Gebirgs, bergigen
- ορεκτικό στα γερμανικά - anlasser, starrer, neuling, starter, vorspeise, Vorspeise, appetizer, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορειβασία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: bergsteigen, kletternd, bergsteigerei, aufstieg, klettern, Kletterei, Klettern, Kletter, Steigen
Μεταφράσεις: bergsteigen, kletternd, bergsteigerei, aufstieg, klettern, Kletterei, Klettern, Kletter, Steigen