Λέξη: εποφθαλμιώ

Σχετικές λέξεις: εποφθαλμιώ

εποφθαλμιά λεξικο, εποφθαλμιά συνώνυμα, εποφθαλμιά κλιση

Συνώνυμα: εποφθαλμιώ

επιθυμώ, λιμπίζομαι, ορέγομαι

Μεταφράσεις: εποφθαλμιώ

εποφθαλμιώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
covet

εποφθαλμιώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
codiciar, ansiar, codiciarás, codiciarás la, desear, codicies

εποφθαλμιώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
begehren, gelüsten, begehrt, begehre

εποφθαλμιώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
convoiter, appéter, briguer, convoiteras, convoiteras point, convoitent, convoite

εποφθαλμιώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bramare, agognare, desiderare, desiderare la, concupire

εποφθαλμιώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cobiçar, cobiçam, cobiçarás, covet, cobiçarás a

εποφθαλμιώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
begeren, begeert, begeer, te begeren

εποφθαλμιώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
домогаться, жаждать, пожелай, жаждут, пожелай чужого

εποφθαλμιώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
begjære, trakter, trakter etter, begjærer

εποφθαλμιώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
åtrå, ha begär, eftertrakta, ha begär till, hava begärelse, ha begärelse

εποφθαλμιώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
toivoa, mieliä, himoita, haluta, himoitse, himoitsevat, himoitsette, himoitseman

εποφθαλμιώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
begære, begærer, tragte efter, begjere, tragte

εποφθαλμιώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bažit, dychtit, toužit po, dychtit po, prahnout, prahnou

εποφθαλμιώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pożądać, łakomić, pożądaj, pożądał, pożądają, pożądam

εποφθαλμιώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megkíván, kívánd, kívánd a, kívánjad

εποφθαλμιώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
imrenmek, göz diken, covet, gıpta etmek

εποφθαλμιώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жадайте, домагатися, домагатись, досліджувати власну

εποφθαλμιώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lakmoj, dëshirosh, të dëshirosh, lakmoni, lakmojnë

εποφθαλμιώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пожелавам, пожелавай, Пожелават, пожелаеш, пожелаваш

εποφθαλμιώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дамагацца, павінен хацець, хацець

εποφθαλμιώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ihkama, himustama, himustada, himusta, tohi himustada, ihaldanud

εποφθαλμιώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
priželjkivati, željeti, želiti, žudjeti, poželi, žude, žude za

εποφθαλμιώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
girnast, öfundið

εποφθαλμιώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trokšti, karštai trokškite, geisti, covet, gvieštis

εποφθαλμιώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tīkot, iekārot, iekārtot

εποφθαλμιώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пожелавам, посакуваш, ја посакуваш, јадат, се јадат

εποφθαλμιώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
râvni, dori, poftești, poftesti, covet

εποφθαλμιώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Želeti, zavidate, želi hiše, Priželjkivati

εποφθαλμιώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
túžiť po, túžiť
Τυχαίες λέξεις