Bearbeiten στα ελληνικά
Μετάφραση: bearbeiten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεξεργάζομαι, διαδικασία, θεραπεύω, κατεργάζομαι, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, χερούλι, κέρασμα, κερνώ, Επεξεργασία, edit, επεξεργαστείτε, να επεξεργαστείτε, Επεξεργ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beantwortung στα ελληνικά - αντίλογος, απάντηση, απαντώ, ανταπαντώ, απαντήσει, απαντήσουν, απαντήσετε, ...
- beantwortungen στα ελληνικά - απαντήσεις, απαντήσεων, αποκρίσεις, αντιδράσεις, αποκρίσεων
- bearbeiter στα ελληνικά - διευθετών, ενορχηστρωτής, arranger, οργανωτή έκδοσης, ενορχηστρωτή
Τυχαίες λέξεις
Bearbeiten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεξεργάζομαι, διαδικασία, θεραπεύω, κατεργάζομαι, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, χερούλι, κέρασμα, κερνώ, Επεξεργασία, edit, επεξεργαστείτε, να επεξεργαστείτε, Επεξεργ
Μεταφράσεις: επεξεργάζομαι, διαδικασία, θεραπεύω, κατεργάζομαι, χειρίζομαι, μεταχειρίζομαι, χερούλι, κέρασμα, κερνώ, Επεξεργασία, edit, επεξεργαστείτε, να επεξεργαστείτε, Επεξεργ