Befehl στα ελληνικά
Μετάφραση: befehl, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσπάθεια, απόπειρα, προσταγή, παραγγέλλω, εντολή, παραγγελία, κατεύθυνση, ορθογραφία, υπαγόρευση, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- befangenheit στα ελληνικά - προκατάληψη, μεροληψία, πόλωσης, πόλωση, μεροληψίας
- befassen στα ελληνικά - παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, αντιμετώπιση
- befehle στα ελληνικά - εντολές, εντολών, τις εντολές, εντολές που, οι εντολές
- befehlen στα ελληνικά - αφηγούμαι, προσταγή, υπαγορεύω, διατάζω, παραγγελία, διηγούμαι, ορίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Befehl στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσπάθεια, απόπειρα, προσταγή, παραγγέλλω, εντολή, παραγγελία, κατεύθυνση, ορθογραφία, υπαγόρευση, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού
Μεταφράσεις: προσπάθεια, απόπειρα, προσταγή, παραγγέλλω, εντολή, παραγγελία, κατεύθυνση, ορθογραφία, υπαγόρευση, εντολών, εντολής, διοίκηση, χειρισμού