Λέξη: λέπρα
Σχετικές λέξεις: λέπρα
λέπρα συμπτώματα, λέπρα τρόποι μετάδοσης, λέπρα του γιεζή, λέπρα τι είναι, λέπρα σπιναλόγκα, λέπρα του 4ου τύπου, λέπρα βικιπαιδεια, λέπρα μεταδοτική, λέπρα φωτογραφίες, λέπρα πως μεταδίδεται
Μεταφράσεις: λέπρα
λέπρα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
leprosy, leprosy is, a leprosy
λέπρα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lepra, la lepra, de la lepra, de lepra
λέπρα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lepra, Lepra, Aussatz, die Lepra
λέπρα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lèpre, la lèpre, de la lèpre, antilépreuse, lépreux
λέπρα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lebbra, la lebbra, della lebbra, lebbrosi
λέπρα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lepra, hanseníase, a lepra, da hanseníase, a hanseníase
λέπρα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
melaatsheid, lepra, van lepra, de melaatsheid
λέπρα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
проказа, проказы, лепра, проказой, лепры
λέπρα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
spedalskhet, spedalskheten, lepra, spedalske, spedalsk
λέπρα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lepra, spetälska, leprosy, spetälskan
λέπρα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lepra, spitaali, spitali, lepran, leprassa
λέπρα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spedalskhed, Spedalskheden, lepra, leprosi
λέπρα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
malomocenství, lepra, lepru, lepry, malomocenství jest
λέπρα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
trąd, trądu, trądem, leprosy, lepra
λέπρα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lepra, a lepra, leprában, bélpoklosságából, bélpoklossága
λέπρα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cüzam, cüzzam, lepra, leprosy, leprosi
λέπρα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прокази, проказа, витівка, прокажений, проказа воно
λέπρα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lebër, lebra, lebra e, lebër të, lebër e
λέπρα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
проказа, проказата, прокажен, лепра
λέπρα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
праказа, свавольства, струпля
λέπρα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pidalitõbi, leepra, pidalitõve, pidalitõvest, leeprat
λέπρα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
guba, se guba, lepra, od gube, gubu
λέπρα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
líkþrá, holdsveiki, líkþráin
λέπρα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
raupsai, raupsų, trąd, leprosy, raupsais
λέπρα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lepra, spitālība, lepras, lepru, spitālības
λέπρα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лепра, лепрата, лепрозни, проказата, лепроза
λέπρα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lepră, lepra, leprei, de lepră, lepră care
λέπρα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gobavost, lepra, kul, gobe, leprosy
λέπρα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
malomocenstvo, lepra, malomocenstva, malomoci, malomocenství, malomoc