Ευεπηρέαστος στα αγγλικά
Μετάφραση: ευεπηρέαστος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
impressionable, passible
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευεπηρέαστος
passible
- ευεπηρέαστος
- ευπαθής
Σχετικές λέξεις: ευεπηρέαστος
ευεπηρέαστος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευεπηρέαστος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ευδοκιμώ στα αγγλικά - thrive, prosper
- ευελπιστώ στα αγγλικά - hope, I hope, I trust, hopefully, I look forward
- ευερέθιστος στα αγγλικά - prickly, touchy, excitable, testy, peevish
- ευεργετικός στα αγγλικά - beneficial, salutary, benefactory, benefic, be beneficial
Τυχαίες λέξεις
Ευεπηρέαστος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: impressionable, passible
Μεταφράσεις: impressionable, passible