Beleben στα ελληνικά
Μετάφραση: beleben, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έμψυχος, ζωντανεύω, εμψυχώνω, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, αναζωογόνηση
Μεταφράσεις
- belauscht στα ελληνικά - κρυφακούσει, overheard, άκουσε, κρυφακούστηκε, άκουγε
- belauschte στα ελληνικά - κρυφακούσει, overheard, άκουσε, κρυφακούστηκε, άκουγε
- belebend στα ελληνικά - αναζωογονητικό, αναζωογονητική, τονωτικό, ενδυναμώνοντας, τονωτική
- belebt στα ελληνικά - απασχολημένος, πολυάσχολη, απασχολημένοι, πολυσύχναστο, πολυάσχολο
Τυχαίες λέξεις
Beleben στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έμψυχος, ζωντανεύω, εμψυχώνω, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, αναζωογόνηση
Μεταφράσεις: έμψυχος, ζωντανεύω, εμψυχώνω, αναβιώσει, αναβιώσουν, αναβιώνουν, αναζωογονήσει, αναζωογόνηση