Betreffen στα ελληνικά
Μετάφραση: betreffen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παριστάνω, επηρεάζω, ανησυχία, αφορούν, την ανησυχία, ανησυχίες, ανησυχίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betrauerte στα ελληνικά - θρήνησαν, θρήνησε, θρηνήσει, πένθησε, θρηνούσαν
- betreff στα ελληνικά - υποκείμενο, αντικείμενο, υπήκοος, θέμα, σχέση, υπόψη, αφορά, ...
- betreffend στα ελληνικά - σχετικά με, σχετικά, όσον αφορά, αφορούν, αφορά
- betreffs στα ελληνικά - σχετικά με, σχετικά, όσον αφορά, αφορούν, αφορά
Τυχαίες λέξεις
Betreffen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παριστάνω, επηρεάζω, ανησυχία, αφορούν, την ανησυχία, ανησυχίες, ανησυχίας
Μεταφράσεις: παριστάνω, επηρεάζω, ανησυχία, αφορούν, την ανησυχία, ανησυχίες, ανησυχίας