Λέξη: υπόλογος

Σχετικές λέξεις: υπόλογος

είμαι υπόλογος, υπόλογος διαχειριστής, υπόλογος μετάφραση, διατάκτης υπόλογος, υπόλογος υπόλογη, οικονομικός υπόλογος, υπόλογος αγγλικα, δημόσιοσ υπόλογοσ, υπόλογος σημασια, υπόλογος δημοσίου

Συνώνυμα: υπόλογος

υπεύθυνος, υποκείμενος, υπαίτιος, πειθήνιος, υπαγόμενος

Μεταφράσεις: υπόλογος

υπόλογος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accountable, answerable, liable, accounting officer, accounting officer shall

υπόλογος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
responsable, responder, responsables, rendir, rendir cuentas

υπόλογος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verantwortlich, beantwortbar, worten, rechenschafts, Rechenschaft

υπόλογος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
responsable, répondre, responsables, rendre des

υπόλογος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
responsabile, rispondere, risponde, responsabili, rispondono

υπόλογος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
responsável, responsáveis, responde, responder, respondem

υπόλογος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toerekenbaar, verantwoordelijk, aansprakelijk, verantwoording, verantwoording verschuldigd, afleggen

υπόλογος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
учетный, подотчетный, объяснимый, ответственный, вменяемый, ответственности, ответственность, к ответственности, отвечает

υπόλογος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ansvarlig, ansvarlige, til ansvar, answerable, answer

υπόλογος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ansvarig, svars, ansvariga, till svars, lyder

υπόλογος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vastuullinen, vastuussa, vastuuseen

υπόλογος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ansvarlige, ansvarlig, ansvarlig over, ansvar, ansvarlige over

υπόλογος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zodpovědný, odpovědný, odpovědná, odpovědní, zodpovídat

υπόλογος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poczytalny, odpowiedzialny, odpowiedzialność, odpowiada, odpowiedzialne, odpowiedzialni

υπόλογος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megválaszolható, felel, felelni, vonható, felelősséggel tartozik

υπόλογος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sorumlu, cevaplanabilir, hesap verme, cevap verilebilir, cevaplandırılabilir

υπόλογος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
з'ясовний, підзвітний, відповідальний, відповідальна, відповідальну

υπόλογος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përgjegjës, përgjigjet, përgjigjen, përgjegjshëm, të përgjegjshëm

υπόλογος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отговорен, отговорност, отговорни, подчинен, подчинени

υπόλογος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адказны, адказную

υπόλογος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aruandev, vastutav, ees, vastutavad, vastutab, aru

υπόλογος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odgovornosti, odgovoran, odgovara, odgovarati, odgovorna, odgovornima

υπόλογος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
svara, ábyrgjast, ábyrgur, í ábyrgjast

υπόλογος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsakingas, atskaitingas, atskaitinga, atsakingi, atsiskaito

υπόλογος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atbildīgs, atbildīgi, atbildīga, atbildīgas, atskaitās

υπόλογος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одоговара, на одговорност, одговорен пред, кој одговара, да одговара

υπόλογος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
răspunde, răspundă, răspunzător, răspund, răspunde în

υπόλογος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odgovarja, odgovoren, odgovorna, odgovarjajo, odgovorni

υπόλογος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zodpovedný, zodpovedá, zodpovednosť, zodpovedného, zodpovedné
Τυχαίες λέξεις