Bewerber στα ελληνικά
Μετάφραση: bewerber, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιτών, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beweist στα ελληνικά - αποδεικνύει, αποδεικνύεται, αποδείξει, αποδειχθεί, αποδεικνύουν
- bewerbend στα ελληνικά - ανταγωνιστικών, ανταγωνίζονται, ανταγωνιστικά, ανταγωνιστικές, που ανταγωνίζονται
- bewerbung στα ελληνικά - χρήση, προσήλωση, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
- bewerbungen στα ελληνικά - Εφαρμογές, αιτήσεις, Οι αιτήσεις, Εφαρμογών, Applications
Τυχαίες λέξεις
Bewerber στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιτών, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
Μεταφράσεις: αιτών, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο