Λέξη: παρουσία

Σχετικές λέξεις: παρουσία

παρουσία αγγέλων, παρουσία χολερυθρίνης στα κοπρανα, παρουσία του κυρίου σε μνήμα μικρού παιδιού, παρουσία στα αγγλικά, παρουσία χολερυθρίνης, παρουσία συνώνυμα, παρουσία χρυσούπολη, παρουσία πασχαλίδης, παρουσία αγγέλων εντός ατμομηχανής, παρουσία στίχοι

Συνώνυμα: παρουσία

παρουσιαστικό, εμφάνιση, ακολουθία, ακροατήριο

Μεταφράσεις: παρουσία

παρουσία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
presence, attendance, presence of, the presence, the presence of, in the presence

παρουσία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asistencia, presencia, la presencia, presencia de, presencia en

παρουσία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gegenwart, wartung, dienstleistung, miene, teilnahme, präsenz, aufwartung, beteiligung, anwesenheit, begleitung, Präsenz, Gegenwart, Anwesenheit, Vorhandensein, Vorliegen

παρουσία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
présence, assistance, aide, mine, aspect, service, la présence, présence de

παρουσία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cospetto, presenza, assistenza, aspetto, la presenza

παρουσία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
presença, prescrição, presen�, a presença, existência, presente

παρουσία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijzijn, presentie, aanwezigheid, tegenwoordigheid, aanwezig

παρουσία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
явка, наличие, соседство, аудитория, осанка, посещение, посещаемость, публика, уход, присутствие, общество, присмотр, обслуживание, присутствия, наличия, присутствии

παρουσία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nærvær, tilstedeværelse, tilstedeværelsen, nærværet, stede

παρουσία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
närvaro, närvaron, förekomsten, förekomst

παρουσία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
läsnäolo, osanotto, osallistuminen, mukanaolo, olemassaolo, paikallaolo, katsanto, läsnä, läsnäollessa, läsnä ollessa, läsnäolon

παρουσία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilstedeværelse, tilstedeværelsen, nærvær, nærværelse, forekomst

παρουσία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vzhled, prezence, služba, účast, přítomnost, zevnějšek, přítomnosti, výskyt, přítomností

παρουσία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uczęszczanie, pomoc, obsługa, frekwencja, prezencja, obecność, baczenie, uwaga, obecności, występowanie, obecnością

παρουσία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
látogatottság, látogatás, jelenlét, jelenlétében, jelenléte, jelenlétét, jelenlétének

παρουσία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çehre, tavır, varlık, varlığı, mevcudiyeti, bulunması, varlığının

παρουσία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розпорядження, наявність, наявності

παρουσία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
prani, prania, prezenca, prania e, praninë

παρουσία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
присъствие, наличие, присъствието, наличието, присъствието на

παρουσία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
наяўнасць, наяўнасьць

παρουσία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
juuresviibimine, tegelemine, kohalolek, kohalviibimine, hoolitsemine, olemasolu, juuresolekul, kohalolekut, esinemise

παρουσία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dežurstvo, prisutnosti, njega, nazočnost, blizina, prisutnost, pohađanje, prisustvo, postojanje

παρουσία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aðsókn, viðvera, viðveru, tilvist, nærveru, viðstöddum

παρουσία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
buvimas, buvimą, dalyvavimas, buvimo, presence

παρουσία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klātbūtne, klātbūtni, esamība, atrašanās, klātbūtnes

παρουσία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
присуството, присуство, присуството на, присуство на, присутност

παρουσία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
înfăţişare, prezenţă, prezență, prezența, prezenta, prezenței, prezentei

παρουσία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prisotnost, navzočnost, prisotnosti, obstoj, prisotnostjo

παρουσία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prítomnosť, prítomnosti, výskyt

Στατιστικά δημοτικότητας: παρουσία

Τυχαίες λέξεις