Blähung στα ελληνικά
Μετάφραση: blähung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φούσκωμα, βενζίνη, αέριο, μετεωρισμός, μετεωρισμό, τυμπανισμός, τυμπανισμό
Μεταφράσεις
- blähsucht στα ελληνικά - βενζίνη, αέριο, Blähsucht
- blähungen στα ελληνικά - αέριο, βενζίνη, φούσκωμα, φουσκώματα, μετεωρισμό, το φούσκωμα, τυμπανισμό
- bläschen στα ελληνικά - κυστιδίων, φλύκταινα, κύστη, κυστίδιο, κυστιδίου
Τυχαίες λέξεις
Blähung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φούσκωμα, βενζίνη, αέριο, μετεωρισμός, μετεωρισμό, τυμπανισμός, τυμπανισμό
Μεταφράσεις: φούσκωμα, βενζίνη, αέριο, μετεωρισμός, μετεωρισμό, τυμπανισμός, τυμπανισμό