Λέξη: παραλήρημα

Σχετικές λέξεις: παραλήρημα

παραλήρημα βερύκιου, παραλήρημα μιχαλολιάκου μετά την ανακοίνωση των exit polls, παραλήρημα μεγαλείου, παραλήρημα-χαίνηδες, παραλήρημα - totem, παραλήρημα - totem στιχοι, παραλήρημα μπογδάνου, παραλήρημα ορισμός, παραλήρημα βιβλίο, παραλήρημα - totem lyrics

Συνώνυμα: παραλήρημα

παραπληρών

Μεταφράσεις: παραλήρημα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
delirium, frenzy, raving, furore, delusions
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
frenesí, delirio, furor, el delirio, delirium, delirios, del delirio
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wahnsinn, ekstase, taumel, delirium, Delirium, Delirien, Delir, Deliriums, Taumel
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
extase, divagation, fureur, délire, furie, démence, transport, frénésie, folie, rage, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pazzia, delirio, delirium, il delirio, deliri
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
delírio, delirium, delírios, o delírio, o delirium
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
delirium, delier, een delirium, het delirium, een delier
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неистово, остервенение, мечтание, бред, сумасшествие, помешательство, неистовство, раж, бешенство, умопомешательство, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vanvidd, delirium, villelse
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
yra, delirium, yrsel, konfusion
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
houre, vimma, houretila, hysteria, vimmaisuus, hurmio, hourailu, deliriumia, deliriumiin, delirium
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
delirium, vildelse
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šílenství, zuřivost, blouznění, delirium, deliria, deliriu, deliriem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
majaczenie, bredzenie, szał, szaleństwo, delirium, majaczenia
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
félrebeszélés, delírium, önkívület, hagymáz, delirium, a delírium, delíriumot
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çılgınlık, sayıklama, hezeyan, deliryum, delirium, deliryumun
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
марення, божевілля, несамовитість, бред, маячня, маячню, брєд
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
jerm, delirium, përçartje, deliriumi, deliri
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
делир, делириум, бълнуване, делириума, делирни
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трызненне, бред, бязглуздзіца, трызьненьне
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
deliirium, pöörasus, meeletus, ülierutus, sonimine, deliiriumi, deliiriumis, delirium
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
razgnjeviti, ludilo, bijes, gnjev, delirij, bunilo, delirijum, delirija
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tryllingur, óráð, óráði
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
furor, rabies
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kliedėjimas, delyras, delirium, kliedesys, kliedesiai
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
murgi, delīrijs, delirium, delīriju, delīrija
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
делириум, делириумот, бунило, занес, беснеење
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
delir, delirul, delirium, delirului, delirante
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
maine, delirij, delirium, delirija, delirija zaradi, Bunilo
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mánie, delírium, delirium, delíria, blúznenie

Στατιστικά δημοτικότητας: παραλήρημα

Τυχαίες λέξεις