Brücke στα ελληνικά
Μετάφραση: brücke, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιπποτροφείο, χαλί, γεφυρώνω, καρφί, σπιθαμή, κουμπί, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brüche στα ελληνικά - διαλείμματα, τα διαλείμματα, διακοπές, Διακοπές ανά, διαλειμμάτων
- brüchig στα ελληνικά - λεπτός, μαλθακός, εύθραυστος, φίνος, αδύναμος, εύθραυστα, εύθραυστο, ...
- brückenechse στα ελληνικά - γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
- brückengewindestück στα ελληνικά - στριφτάρι, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Τυχαίες λέξεις
Brücke στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιπποτροφείο, χαλί, γεφυρώνω, καρφί, σπιθαμή, κουμπί, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Μεταφράσεις: ιπποτροφείο, χαλί, γεφυρώνω, καρφί, σπιθαμή, κουμπί, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας